- ΘΕΡΑΠΕΙΕΣ
-
by Giorgos Spiliotopoulos
Όταν η ρήξη είναι επιβεβαιωμένη μέσω απεικονιστικών εξετάσεων (μαγνητικη τομογραφια=εξέταση εκλογής ) και κλινικών ευρημάτων-δοκιμασιών(Lachman, Pivot-Shift, Anterior-Drawer test)
οι επιλογές είναι δύο: συντηρητική ή χειρουργική αποκατάσταση.
Ο χιαστός αποτελεί ένα σημαντικό σταθεροποιητικό σύνδεσμο ο οποίος βρίσκεται σε κεντρική θεση στην αρθρωση του γόνατος.
Ο προσθιος χιαστός σύνδεσμος μπορεί να κοπεί με διαφορους μηχανισμούς, συνηθέστερα ομως η ρήξη του επέρχεται με τροπο που προκαλείται απο noncontact injury( τραυματισμός μη σωματικής επαφής).
Η θεραπεία εξατομικεύεται στον υποψήφιο ασθενή. Η φυσικοθεραπεια και άλλοι συντηρητικοί τρόποι αντιμετώπισης ενδέχεται να είναι αρκετά αποτελεσματικοί στην διαχείριση του προβλήματος ιδιαίτερα σε ασθενείς (οπως ηλικιωμένοι ή λιγότερο δραστηριοι=χαμηλών απαιτήσεων σε αθλήματα).
Τα τελευταία χρόνια οι ασθενείς με ρήξη προσθιου χιαστού έχουν κατηγοριοποιηθεί σε τρεις ομάδες. Σκοπός είναι η εύρεση της πιο ορθής και εξατομικευμένης λύσης για αυτούς.
Αναλυτικότερα οι ομάδες αυτές έχουν συγκεκριμένο όνομα και χωρίζονται ως εξης:
Α) Copers: ονομάζεται η ομάδα των ασθενών που μπορεί να συνεχίσει τις δραστηριότητές της, χωρίς να περάσει την πόρτα του χειρουργείου. Ακόμα, πρέπει να μπορούν να επιστρέψουν σε αυτές μία εβδομάδα μετά την ημερομηνία τραυματισμού και να μείνουν τουλάχιστον ένα χρόνο ασυμπτωματικοί.
Β) Adapters: είναι εκείνοι που για να καταφέρουν να επιστρέψουν στο επιθυμητό επίπεδο δραστηριότητας καλούνται να το τροποποιήσουν ή να μειώσουν το επίπεδο δυσκολίας.
C) Non-copers: είναι ο όρος που περιγράφει την ομάδα ασθενών που εξαιτίας των υποτροπών που υφίστανται κατά τη διάρκεια επανένταξης στις καθημερινές δραστηριότητες πρέπει να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση.
Παρά τον παραπάνω διαχωρισμό, η επιλογή του χειρουργείου μοιάζει να έχει μεγαλύτερη προτίμηση, επειδή εγγυάται πιο σίγουρη επιστροφή σε αθλήματα που περιλαμβάνουν επαναλαμβανόμενα άλματα, αλλαγές κατεύθυνσης και pivot χωρίς επεισόδια υποτροπής.
Από την άλλη, αρθρογραφικά η μονοδιάστατη αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών δεν επιβεβαιώνεται, καθώς η δυναμική σταθερότητα του γόνατος (ο τρόπος με τον οποίο οι μυς λειτουργώντας συνεργικά φέρουν εις πέρας μία δραστηριότητα) δεν εξασφαλίζεται μέσω της επεμβατικής οδού.
Αυτός ο διχασμός αναγκάζει την επιστημονική κοινότητα τα τελευταία χρόνια να ερευνήσει τα κριτήρια μέσω των οποίων ο εκάστοτε ασθενής με ρήξη πρόσθιου χιαστού στο γόνατο θα κατατάσσεται σε μία από τις τρεις παραπάνω κατηγορίες, ή ακόμα και να αλλάζει από non-coper σε coper.
Αναλυτικότερα, η ενδυνάμωση που σχετίζεται με την αύξηση δύναμης και την βελτίωση του νευρομυϊκού συντονισμού-ελέγχου δείχνει να έχει πολύ καλά αποτελέσματα επανένταξης βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, ακόμα και σε επαγγελματίες αθλητές, άσχετα με το αν ακολουθήσει χειρουργείο.
Σύμφωνα με τα παραπάνω διαπιστώνουμε τη σημασία κατάλληλου προεγχειρητικού προγράμματος φυσικοθεραπείας, είτε ως πρόληψη για την κατηγορία coper που έχουν αυξημένο κίνδυνο τραυματισμού στο πάσχον μέλος είτε ως θετικό προγνωστικό παράγοντα για τη μετεγχειρητική εξέλιξη ενός non-coper ή coper.
Πρόσθιος χιαστός σύνδεσμος και οστεοαρθρίτιδα.
Όσον αφορά στον πρόσθιο χιαστό και τη συσχέτιση της παθολογίας του με την οστεοαρθρίτιδα, δεν έχει αποσαφηνιστεί αν η συνδεσμοπλαστική σε copers μπορεί να θεωρηθεί ως πρόληψη για την εμφάνισή της μελλοντικά. Από την άλλη, η συνοδός βλάβη στο μηνίσκο αυξάνει δραματικά τις πιθανότητα ανάπτυξης οστεοαρθρίτιδας στο μέλλον.