- ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ
-
by
- 6 Νοεμβρίου, 2018
Το υπερηχογράφημα αποτελεί μια διαγνωστική απεικονιστική μέθοδο. Χρησιμοποιώντας υπερήχους υψηλής ευκρίνειας συμβάλλει στην δυνατότητα άμεσης απεικόνισης ανατομικών δομών του μυοσκελετικού συστήματος και αποτελεί ένα σύγχρονο διαγνωστικό εργαλείο στα χέρια του ειδικού ορθοπαιδικού ιατρού.
Ως μέθοδος υπερτερεί σημαντικά έναντι των άλλων διαγνωστικών εξετάσεων καθώς επιτρέπει άμεσα την λεπτομερή απεικόνιση ανατομικών δομών, δεν χρησιμοποιεί επιβλαβή ακτινοβολία, δεν απαιτείται παραμονή του ασθενούς σε κλειστό χώρο και είναι πολύ φιλική εξέταση τόσο σε κλειστοφοβικούς ασθενείς, εγκυμονούσες όσο και σε μικρά παιδιά.
Διάγνωση με υπερηχογράφημα μυοσκελετικού
Που βρίσκει εφαρμογή
Χρησιμοποιείται ευρέως σε ασθενείς που εμφανίζουν πόνο, δυσλειτουργία ή δυσκινησία ενώ χρησιμοποιείται και σε περιπτώσεις τραυματισμών του μυοσκελετικού.
Ο υπέρηχος του μυοσκελετικού συστήματος παρέχει σημαντικές πληροφορίες στη διαγνωστική προσέγγιση του ασθενούς καθώς είναι μια εξέταση που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε λίγα μόνο λεπτά στο ιατρείο αλλά και κατ΄οίκον.
-
Αποτελεί μια ασφαλή διαδικασία(δεν απαιτείται χορήγηση φαρμάκων/ σκιαγραφικού, δεν απαιτείται η χρήση ιοντίζουσας ακτινοβολίας ή μαγνητικού πεδίου)
-
Δεν υπάρχουν αντενδείξεις (ο υπέρηχος επιτρέπεται ακόμα και όταν υπάρχει αντένδειξη για μαγνητική σε ασθενείς με μεταλλικά εμφυτεύματα, καρδιακό βηματοδότη κλειστοφοβικούς ασθενείς, εγκυμονούσες)
-
Άριστη συμμόρφωση από τον ασθενή (γιατί είναι ανώδυνο, δεν απαιτείται ακινησία και διαρκεί μόνο λίγα λεπτά)
-
Παρέχει την δυνατότητα ταυτόχρονης συσχέτισης της κλινικής σημειολογίας και των απεικονιστικών ευρημάτων καθώς ο ηχοβολέας τοποθετείται ακριβώς πάνω στο σημείο μέγιστης ευαισθησίας (υποδεικνύεται από τον ασθενή την στιγμή της εξέτασης)
-
Παρέχει την δυνατότητα δυναμικής εξέτασης στις περιπτώσεις εκείνες που η παθολογία δεν είναι εμφανής σε θέση ηρεμίας (σε αυτό το πεδίο υπερτερεί έναντι της αξονικής – μαγνητικής τομογραφίας)
-
Δυνατότητα καθοδηγούμενης έγχυσης φαρμάκων αυξάνοντας σημαντικά την θεραπευτική ακρίβεια και αποτελεσματικότητα
- Χαμηλό κόστος
- Ιατρείο – κατ’ οίκον
Ο υπέρηχος του μυοσκελετικού συστήματος παρέχει σημαντικές πληροφορίες στη διαγνωστική προσέγγιση του ασθενούς καθώς είναι μια εξέταση που μπορεί να πραγματοποιηθεί σε λίγα μόνο λεπτά στο ιατρείο αλλά και κατ΄οίκον.
Θεραπεία με υπερηχογράφημα μυοσκελετικού
Οι εφαρμογές του υπερηχογραφήματος όμως δεν περιορίζονται στο διαγνωστικό κομμάτι, επεκτείνονται επιτυχώς και στη θεραπεία. Ο ορθοπεδικός ιατρός έχει τη δυνατότητα υπο υπερηχογραφική καθοδήγηση, να προβεί σε παρακεντήσεις και διηθήσεις (αρθρώσεων, ορογόνων θυλάκων, ελύτρων και τενόντων) στοχεύοντας με μεγάλη ακρίβεια την περιοχή ενδιαφέροντος και αυξάνοντας την αποτελεσματικότητα της θεραπείας
Που βρίσκει εφαρμογή
Ο υπέρηχος μυοσκελετικού βοηθάει τόσο διαγνωστικά στον εντοπισμό της βλάβης, όσο και κατά τη θεραπεία, αυξάνοντας την ακρίβεια των εγχύσεων επί του σημείου της βλάβης και κάνοντας τη θεραπεία περισσότερο επιτυχημένη για τον ασθενή.
Το υπερηχογράφημα αποτελεί μια αξιόπιστη θεραπευτική μέθοδο (για τις παθήσεις του μυοσκελετικού συστήματος) καθώς εξασφαλίζει μέγιστη αποτελεσματικότητα παρεχόμενη ασφάλεια ,γρήγορα αποτελέσματα, άριστη συμμόρφωση, καμία αντένδειξη, και χαμηλό κόστος.
Με τη χρήση του μυοσκελετικού υπέρηχου στην θεραπευτική μας προσέγγιση είμαστε σε θέση:
-
Να εντοπίζουμε με ακρίβεια το σημείο της βλάβης έχοντας πλήρη και λεπτομερή απεικόνιση των δομικών στοιχείων του μυοσκελετικού συστήματος όπως: δέρμα, μύες, περιτονίες, υποδόριος ιστός, οστικός φλοιός, περιόστεο, τένοντες, σύνδεσμοι, αρθρώσεις, περιφερικά νεύρα και αγγεία.
-
Να κατευθύνουμε την βελόνα με ακρίβεια εντός των ανατομικών δομών και να εφαρμόζουμε τις ενέσεις ακριβώς στο σημείο της βλάβης.
-
Να αποφύγουμε ευγενή όργανα και αγγεία κατά τη διαδρομή της βελόνας προς το σημείο της βλάβης.
-
Να συγκρίνουμε την κατάσταση των ιστών και των δομικών στοιχείων του μυοσκελετικού συστήματος του ασθενούς πριν την έναρξη των θεραπειών αλλά και κατά τη διάρκεια της υλοποίησης του θεραπευτικού πλάνου. Με τον τρόπο αυτό είμαστε σε θέση να παρακολουθούμε την εξέλιξη της κατάστασης του ασθενούς με αντικειμενικά κριτήρια και να βελτιστοποιούμε τη θεραπεία.